Δύο γυναίκες, δύο υποθέσεις, δύο πρόσωπα που βρέθηκαν στο επίκεντρο μιας κοινωνίας σοκαρισμένης. Η Ρούλα Πισπιρίγκου και η Ειρήνη Μουρτζούκου κατηγορήθηκαν, σε διαφορετικά χρονικά πλαίσια και με διαφορετικά στοιχεία, για το πιο αποτρόπαιο από όλα τα εγκλήματα: τον θάνατο των ίδιων τους των παιδιών.
Η κοινή γνώμη παρακολουθεί εδώ και καιρό με δέος και απορία δύο παράλληλες αλλά θεμελιωδώς διαφορετικές υποθέσεις, που αγγίζουν τα όρια του ασύλληπτου. Παρότι πρόκειται για τελείως ξεχωριστές περιπτώσεις, δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει τα κοινά χαρακτηριστικά που τις συνδέουν, αλλά και τα σημεία στα οποία οι ιστορίες αυτές αποκλίνουν ριζικά.
Ομοιότητες: Η μητρική φιγούρα στο επίκεντρο και το σοκ της κοινής γνώμης
Πρώτη και βασική ομοιότητα είναι το ότι και οι δύο υποθέσεις έχουν ως επίκεντρο τη μητέρα – το πρόσωπο που κατά κανόνα θεωρείται φύλακας και προστατευτικός παράγοντας για το παιδί. Στην περίπτωση της Πισπιρίγκου, η κατηγορία αφορά τρεις ανθρωποκτονίες ανηλίκων, στις οποίες φέρεται να εμπλέκεται η ίδια. Στην υπόθεση Μουρτζούκου, οι κατηγορίες αφορούν τον ασφυκτικό θάνατο της 12χρονης κόρης της, Λίνας, ενώ η ίδια αρνείται οποιαδήποτε εμπλοκή.
Και στις δύο περιπτώσεις, οι κατηγορούμενες επέμειναν στην αθωότητά τους, προβάλλοντας την εικόνα της μητέρας που «πενθεί» και δέχεται επιθέσεις άδικες. Αν και η Πισπιρίγκου καταδικάστηκε ήδη για την υπόθεση της Τζωρτζίνας, αρνείται οποιοδήποτε έγκλημα, ενώ η Μουρτζούκου επιμένει ότι η κόρη της αυτοκτόνησε.
Η τρίτη ομοιότητα αφορά την αντίδραση της κοινωνίας: και οι δύο υποθέσεις έλαβαν τεράστια δημοσιότητα, προκαλώντας έντονα συναισθήματα οργής, δυσπιστίας και αποστροφής. Οι τηλεοπτικές εκπομπές, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι δημόσιες τοποθετήσεις ασχολήθηκαν εκτενώς με τα πρόσωπα των κατηγορουμένων, συχνά υιοθετώντας ρόλο εισαγγελέα πριν την τελική κρίση της Δικαιοσύνης.
Διαφορές: Απόδειξη και πλαίσιο των εγκλημάτων
Η πρώτη και ουσιαστικότερη διαφορά εντοπίζεται στο είδος και το βάρος των αποδεικτικών στοιχείων. Στην υπόθεση Πισπιρίγκου, το τοξικολογικό πόρισμα για την κεταμίνη στην Τζωρτζίνα, αλλά και οι αναφορές για ασφυκτικό θάνατο στη Μαλένα και την Ίριδα, αποτέλεσαν πυρήνα για την άσκηση ποινικών διώξεων και την καταδίκη της. Αντιθέτως, στην υπόθεση Μουρτζούκου, η αστυνομική και ιατροδικαστική διερεύνηση βασίστηκε κυρίως σε ενδείξεις, όπως το μαξιλάρι που βρέθηκε πάνω στο πρόσωπο του παιδιού και μαρτυρίες περί προηγούμενων εντάσεων, αλλά χωρίς αδιαμφισβήτητο ιατροδικαστικό εύρημα.
Η δεύτερη μεγάλη διαφορά αφορά τον χρόνο και τις καθυστερήσεις. Η υπόθεση Πισπιρίγκου ξετυλίχθηκε σχεδόν σε «πραγματικό χρόνο», με την κοινή γνώμη να παρακολουθεί την εξέλιξη των ερευνών εντός μηνών μετά τον θάνατο της Τζωρτζίνας. Αντίθετα, στην περίπτωση της Μουρτζούκου, η υπόθεση παρέμεινε σε αδράνεια επί δύο δεκαετίες· η δίωξη ασκήθηκε το 2024, ενώ ο θάνατος της 12χρονης Λίνας σημειώθηκε το 2002.
Επιπλέον, στην υπόθεση Πισπιρίγκου υπάρχουν τρία θύματα, κάτι που διαφοροποιεί τον νομικό χαρακτηρισμό, τον βαθμό επικινδυνότητας και την κατηγορία περί κατά συρροή εγκλημάτων. Στην υπόθεση Μουρτζούκου εξετάζεται ένα περιστατικό, το οποίο εάν αποδειχθεί ως ανθρωποκτονία, θα παραμείνει μεμονωμένο ως προς την πράξη.
Μια ακόμα αξιοσημείωτη διαφορά είναι ο ρόλος της υπεράσπισης και ο τρόπος επικοινωνιακής διαχείρισης. Η Πισπιρίγκου εμφανίστηκε με έντονη υπεράσπιση, συχνά προβαίνοντας σε δημόσιες δηλώσεις μέσω των συνηγόρων της. Η Μουρτζούκου κινήθηκε περισσότερο σιωπηρά, χωρίς διαρκή δημόσια παρουσία, αποφεύγοντας την άμεση αντιπαράθεση με το κοινό αίσθημα.
Δύο υποθέσεις, μία κοινωνία απέναντι στην σκοτεινή φύση του ανθρώπου
Παρά τις διαφορές στις λεπτομέρειες και τις διαδρομές των δύο υποθέσεων, κοινή είναι η αίσθηση του σοκ που προκαλεί η πιθανότητα μια μητέρα να αφαιρέσει τη ζωή του παιδιού της. Είτε πρόκειται για αποδεδειγμένο έγκλημα είτε για υπόθεση που ακόμα ερευνάται, και οι δύο ιστορίες αποτυπώνουν το ρήγμα ανάμεσα στην προσδοκία της μητρικής στοργής και την πραγματικότητα μιας αποτρόπαιης πράξης.
Η ελληνική κοινωνία παρακολουθεί και τις δύο υποθέσεις με το βλέμμα στραμμένο στη Δικαιοσύνη – τη μόνη αρμόδια να ξεδιαλύνει το τι πραγματικά συνέβη. Η ανάγκη για θεσμική επαγρύπνηση, επιστημονική ακρίβεια και προστασία των παιδιών παραμένει πιο επιτακτική από ποτέ.
Comments
Post a Comment