Στα μάτια των Σοβιετικών αρχών, η ύπαρξη serial killers ήταν «καπιταλιστικό πρόβλημα». Το σοσιαλιστικό κράτος της ΕΣΣΔ, με τη σιδερένια του πειθαρχία, θεωρούσε αδύνατο να ευδοκιμήσουν “δυτικού τύπου εγκλήματα”. Όμως, από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 και για περισσότερο από μια δεκαετία, ένας δειλός, αδιόρατος, φαινομενικά ασήμαντος άντρας —ο Andrei Chikatilo— διέλυσε αυτόν τον μύθο.
Ο τρόμος που άφηνε πίσω του δεν ήταν απλώς προσωπικός. Ήταν θεσμικός. Μια χώρα ολόκληρη, με απόλυτο έλεγχο και κρατική λογοκρισία, δεν μπορούσε να παραδεχτεί το τέρας που ζούσε ανάμεσά της.
Από τη φρίκη της πείνας στη φρίκη του αίματος
Ο Andrei Chikatilo γεννήθηκε το 1936 στην Ουκρανία, μέσα στον εφιάλτη του Μεγάλου Λιμού (Holodomor). Ο πατέρας του αιχμαλωτίστηκε στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, και ο μικρός Andrei μεγάλωσε μέσα στη φτώχεια, τη ντροπή και τη βία. Η οικογένειά του έζησε κάτω από άθλιες συνθήκες — κοιμόταν στο πάτωμα, δεν υπήρχε φαγητό, δεν υπήρχε τρυφερότητα.
Περιέργως, οι φήμες έλεγαν ότι ο μεγάλος του αδελφός είχε φαγωθεί από κανίβαλους. Η πληροφορία αυτή, αν και δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ, παρέμεινε σαν εφιάλτης στο μυαλό του Chikatilo — ένα σκιάχτρο που θα επηρέαζε για πάντα τη διαταραγμένη του ψυχοσύνθεση.
Εκτός από τη φτώχεια, υπέφερε και από σεξουαλική ανικανότητα, κάτι που τον γέμιζε με βαθιά ντροπή και απέχθεια για τον εαυτό του. Αυτό ακριβώς θα γινόταν η ρίζα του φρικιαστικού του μοτίβου.
Εκπαιδευτικός, πατέρας, δολοφόνος
Στα χαρτιά, ο Chikatilo ήταν ένας μορφωμένος άνδρας, με πτυχίο φιλολογίας. Παντρεύτηκε, απέκτησε δύο παιδιά και εργάστηκε ως δάσκαλος σε σχολεία. Στην πραγματικότητα, είχε ήδη αρχίσει να παρενοχλεί και να αγγίζει ακατάλληλα μικρά παιδιά. Οι καταγγελίες τον έφεραν στο περιθώριο, όμως ποτέ δεν του ασκήθηκαν σοβαρές διώξεις — η Σοβιετική Γραφειοκρατία επέλεγε να τον «μεταθέτει», αντί να τον τιμωρεί.
Αυτή η ατιμωρησία, όπως συμβαίνει συχνά με serial killers, του έδωσε το πράσινο φως: ένιωσε ανίκητος. Έτοιμος να κλιμακώσει.
Η πρώτη δολοφονία – και η αποκάλυψη ενός φετίχ
Το 1978, η πρώτη του δολοφονία ήταν και ο καθρέφτης της βαθύτερης ψυχοπάθειάς του: οκτάχρονη Lena Zakotnova. Την αποπλάνησε σε ένα απομονωμένο σπίτι και προσπάθησε να τη βιάσει. Δεν τα κατάφερε — αλλά την σκότωσε με μαχαίρι, και στον πανικό του, διαπίστωσε κάτι που άλλαξε τη ζωή του: ένιωσε σεξουαλική ικανοποίηση μόνο μέσω του μαχαιρώματος.
Από εκείνη τη στιγμή, η σαδιστική του διαστροφή δέθηκε άρρηκτα με τη βία. Δεν χρειαζόταν επαφή — χρειαζόταν πόνο, αίμα και κραυγές για να αισθανθεί “άντρας”.
Μια δεκαετία φρίκης
Από το 1981 έως το 1990, ο Chikatilo δολοφόνησε τουλάχιστον 52 ανθρώπους — κυρίως παιδιά και νεαρές γυναίκες, πολλές από φτωχά ή παραμελημένα κοινωνικά στρώματα. Τα θύματα βρίσκονταν σε σταθμούς, τερματικά λεωφορείων, ή απλά περιπλανιόντουσαν. Ο Chikatilo τα δελέαζε προσφέροντάς τους τροφή, λεφτά ή υπόσχεση απασχόλησης.
Τα οδηγούσε σε απομονωμένα δάση και εκεί ξέσπαγε η απόλυτη φρίκη: πολλαπλά μαχαιρώματα, ακρωτηριασμοί, σεξουαλική κακοποίηση μετά θάνατον, αφαίρεση οργάνων. Πολλά θύματα βρέθηκαν με αφαιρέσεις ματιών — σημάδι σαδιστικής μανίας και πιθανής δοξασίας ότι «τα μάτια κρατούν την ψυχή του δολοφόνου».
Πολλές φορές επέστρεφε στα πτώματα και τα κακοποιούσε ξανά.
Η αστυνομία σε άρνηση – και η λογοκρισία της Σοβιετίας
Το σοβιετικό κράτος δυσκολευόταν να αποδεχθεί ότι υπήρχε ένας serial killer. Έτσι, οι έρευνες γινόντουσαν αποσπασματικά, χωρίς ομολογία σε εφημερίδες ή στην κοινή γνώμη. Αντί να αναζητήσουν τον πραγματικό δολοφόνο, οι Αρχές ενοχοποίησαν αθώους — τουλάχιστον τρεις άνθρωποι εκτελέστηκαν για εγκλήματα που είχε διαπράξει ο Chikatilo.
Η κρατική μηχανή ήταν ένοχη όσο και ο ίδιος. Δεν αναγνώριζε το πρόβλημα, άρα δεν μπορούσε να το λύσει.
Η πτώση του «Κτήνους του Ροστόφ»
Το 1990, ένας ντετέκτιβ, ο Viktor Burakov, αγνόησε τις πολιτικές πιέσεις και ακολούθησε ψυχολογικό προφίλτου δράστη — κάτι καινοτόμο για τα σοβιετικά δεδομένα. Η ομάδα του άρχισε να παρακολουθεί σιδηροδρομικούς σταθμούς και να παρατηρεί ύποπτους τύπους.
Ο Chikatilo συνελήφθη αρχικά για μικρή κλοπή, αλλά η συμπεριφορά του κι η ψυχρότητά του κίνησαν υποψίες. Μετά από εξαντλητική ανάκριση 15 ημερών, ομολόγησε 56 δολοφονίες. Η απολογία του ήταν ανατριχιαστική: χωρίς μετάνοια, με λεπτομέρειες που μόνο ο δολοφόνος θα γνώριζε.
Δίκη και εκτέλεση
Η δίκη του το 1992 ήταν ένα θέαμα εφιάλτη. Φορώντας χειροπέδες και μεταλλικό κλουβί μέσα στη δικαστική αίθουσα, ο Chikatilo φώναζε, γελούσε, κατέβαζε τα παντελόνια του, και μιλούσε με λεπτομέρειες για τις φαντασιώσεις του. Το κοινό έβραζε από οργή.
Καταδικάστηκε σε θάνατο για 52 φόνους. Εκτελέστηκε με μια σφαίρα στο κεφάλι το 1994.
Κληρονομιά τρόμου
Ο Andrei Chikatilo δεν ήταν απλώς ένας serial killer. Ήταν το προϊόν μιας κατεσταλμένης κοινωνίας, μιας παιδικής ηλικίας χωρίς αγάπη, και μιας γραφειοκρατίας που απέτυχε να τον σταματήσει. Τα εγκλήματά του έφεραν στο φως τα σκοτεινά κενά του σοβιετικού συστήματος δικαιοσύνης — και απέδειξαν ότι η άγνοια και η άρνηση είναι το καλύτερο κρησφύγετο για ένα τέρας.
Comments
Post a Comment